Γράφει η Ελένη Καρανάνου, φοιτήτρια Κοινωνιολογίας
Ο όρος “παιδική κακοποίηση” αναφέρεται στη βία, την κακή µεταχείριση ή την παραµέληση ατόμων κάτω των 18 ετών, τα οποία βρίσκονται υπό την “προστασία” ενός ατόµου το οποίο εµπιστεύονται ή από το οποίο εξαρτώνται (γονείς ή φροντιστές). Μπορεί να συµβεί οπουδήποτε και µπορεί για παράδειγμα να συµβεί στο σπίτι του παιδιού ή στο σπίτι κάποιου γνωστού. Η κακοποίηση εμφανίζεται με διάφορα πρόσωπα και μπορεί να εκδηλωθεί με άμεσους ή έμμεσους τρόπους. Πιο συγκεκριμένα παιδική κακοποίηση είναι, οποιαδήποτε πράξη ή αµέλεια γονέα ή κηδεµόνα, η οποία δηµιουργεί βλάβη, πόνο, τραύμα, φόβο, απειλή, αίσθημα δυσαρέσκειας, δυσφορίας, αποστροφής, ενοχής, έχει αρνητική επίδραση στο άτοµο που τη δέχεται και µπορεί να καταλήξει σε θάνατο, σε σοβαρή φυσική ή συναισθηµατική βλάβη, σεξουαλική κακοποίηση ή εκµετάλλευση ή οποιαδήποτε πράξη ή αµέλεια η οποία αποτελεί κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Κάποιος που κακοποιεί ένα παιδί µπορεί να χρησιµοποιήσει διάφορες µεθόδους για να ασκήσει εξουσία και έλεγχο, για να το εµποδίσει να μιλήσει έτσι ώστε να μην ζητήσει βοήθεια.
Παρά τις πολλές μορφές που μπορεί να πάρει η κακοποίηση του παιδιού, τέσσερις είναι οι βασικοί τύποι σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας:
- Σωματική κακοποίηση. Η σκόπιμη άσκηση σωματικής βίας σε βάρος των παιδιών. Πολλές φορές επιβάλλεται για τιμωρία. Περιλαμβάνει τραυματισμούς διαφορετικής έντασης και συχνότητας. Εντοπίζονται ανεξήγητες ή επαναλαμβανόμενες κακώσεις, εγκαύματα, μώλωπες, πρηξίματα και σημάδια. Η κάκωση μπορεί να είναι μία ή πολλές, παρατηρούνται στα ακάλυπτα μέρη του σώματος. Άλλες μορφές με τις οποίες μπορεί να εκδηλωθεί είναι ξυλοδαρμός, κλωτσιές, τράβηγμα μαλλιών, τσιμπήματα, δαγκώματα, στραγγαλισμοί, δηλητηριάσεις και πρόκληση ασφυξίας
- Σεξουαλική κακοποίηση. Είναι η με οποιονδήποτε τρόπο συμμετοχή του παιδιού σε σεξουαλική δραστηριότητα, την οποία δεν είναι σε θέση να κατανοήσει πλήρως, δεν είναι βιολογικά αναπτυγμένο να την δεχτεί και δεν είναι σε νοητικό ή αναπτυξιακό στάδιο για να μπορεί να δώσει τη συγκατάθεσή του. Συχνά παρουσιάζονται σημάδια απόσυρσης και εσωστρέφειας, αποφυγή αγγιγμάτων ή συναισθηματικής εγγύτητας. Άλλο σημάδι μπορεί να είναι το ότι οι σεξουαλικές γνώσεις και η συμπεριφορά του παιδιού δεν ταιριάζουν με την ηλικία του (π.χ. επίμονος αυνανισμός, προκλητική συμπεριφορά απέναντι σε ενήλικες κλπ.).
- Συναισθηματική και ψυχολογική κακοποίηση. Περιλαμβάνει ένα σταθερό μοτίβο συμπεριφοράς, αλλά και μεμονωμένα περιστατικά, όπου υποτιμάται η προσωπικότητα και η ύπαρξη του παιδιού. Σχετίζεται με την αποτυχία του γονέα/ φροντιστή να παρέχει ένα κατάλληλο και υποστηρικτικό περιβάλλον για το παιδί. Συνήθως εκδηλώνεται με τον περιορισμό της κίνησης του παιδιού, συμπεριφορές ταπείνωσης, απειλές, εξευτελισμό και γενικότερα οποιαδήποτε μορφή κακής μεταχείρισης και απόρριψης. Το παιδί περιθωριοποιείται και απομονώνεται. Είναι πιθανό να παρουσιάσει ακραίες συμπεριφορές, όπως ιδιαίτερα συγκαταβατική ή απαιτητική συμπεριφορά, παθητική ή επιθετική συμπεριφορά, αλλά και υιοθέτηση καταστροφικών και επικίνδυνων συνηθειών, όπως κλοπή και φυγή. Κάποιες φορές αναλαμβάνουν ρόλο γονέα για άλλα παιδιά ή παλινδρομούν σε προγενέστερα στάδια ανάπτυξης (πιπίλισμα του αντίχειρα, αδυναμία ελέγχου των σφιγκτήρων, κ.ά).
- Παραμέληση. Αφορά στην ανικανότητα του γονέα να ανταποκριθεί σωστά στο γονεϊκό του ρόλο και να καλύψει βασικές ανάγκες του παιδιού που σχετίζονται με την υγεία, την εκπαίδευση, τη συναισθηματική ανάπτυξη, τη διατροφή και γενικότερα τις συνθήκες διαβίωσης.
Το πρώτο βήµα προκειμένου να βοηθήσουµε κακοποιηµένα ή παραµεληµένα παιδιά είναι να µάθουµε να αναγνωρίζουμε τα σημάδια της παιδικής κακοποίησης και παραµέλησης. Σχεδόν πάντα υπάρχει κάποιος συνδυασμός των μορφών κακοποίησης. (π.χ. ένα παιδί σωµατική κακοποιηµένο έχει συνήθως υποστεί και συναισθηµατική κακοποίηση ενώ ένα παιδί σεξουαλικά κακοποιηµένο µπορεί να είναι επίσης παραµεληµένο).
Παιδική κακοποίηση ή παραµέληση πρέπει να υποπτευόµαστε όταν υπάρχουν αυτά τα σημάδια: το παιδί δείχνει ξαφνικές αλλαγές στη συµπεριφορά ή στην απόδοσή του στο σχολείο, δεν έλαβε βοήθεια για φυσικά ή ιατρικά προβλήµατα για τα οποία ενηµερώθηκαν οι γονείς του. Όταν έχει µαθησιακές δυσκολίες οι οποίες δεν µπορούν να αποδοθούν σε συγκεκριµένα οργανικά ή ψυχολογικά αίτια. Όταν είναι πάντα επιφυλακτικό, όταν στερείται της επίβλεψης ενηλίκων, είναι υπερβολικά υποχωρητικό, παθητικό, ή σε απόσυρση. Τέλος όταν προσέρχεται στο σχολείο ή άλλες δραστηριότητες νωρίς, παραµένει αργά, και δε θέλει να επιστρέψει σπίτι. Άλλα σημάδια που θα μας βάλουν σε υποψίες αφορούν τους γονείς, δηλαδή όταν ο γονέας δείχνει µικρό ενδιαφέρον για το παιδί του. Αρνείται την ύπαρξη προβληµάτων ή κατηγορεί το παιδί για τα προβλήµατα στο σπίτι ή στο σχολείο. Ρωτά τους δασκάλους ή άλλους που το φροντίζουν να χρησιµοποιούν αυστηρή σωµατική τιµωρία για πειθαρχία. Θεωρεί ότι το παιδί είναι τελείως κακό, ανάξιο ή βάρος. Απαιτεί ο γονέας από το παιδί ένα ορισµένο επίπεδο σωµατικής, φυσικής ή ακαδηµαϊκής απόδοσης το οποίο το παιδί δεν µπορεί να επιτύχει. Χρησιμοποιεί το παιδί κυρίως για φροντίδα, προσοχή και την ικανοποίηση των συναισθηµατικών του αναγκών. Τέλος όσον αφορά την μεταξύ σχέση γονέα και παιδιού, σημάδια είναι όταν μεταξύ τους σπάνια αγγίζουν ή κοιτούν ο ένας τον άλλον, θεωρούν τη σχέση τους τελείως αρνητική και δηλώνουν ότι δε συµπαθιούνται.
Όμως το καθένα από αυτά µπορεί κάποια στιγμή να παρατηρηθεί σε κάποιο παιδί ή γονιό, δεν σημαίνει απαραίτητα πως το παιδί κακοποιείται. Όταν όµως τα σημάδια αυτά εµφανίζονται ξανά και ξανά ή συνδυαστικά, θα πρέπει να οδηγήσουν αυτόν που τα παρατηρεί σε υποψίες και θα πρέπει να εξετάσει µε περισσότερη προσοχή την κατάσταση.
Πηγή: