Scroll Top

Υιοθετήθηκα από λάθος χέρια και εγκλωβίστηκα σ’ έναν κύκλο βίας χωρίς διαφυγή

depressed woman feel upset with bullying concept

Γεννήθηκα χωρίς να το επιλέξω τον Απρίλιο του 1976. Οι γονείς μου είχαν μία περιπέτεια που έληξε άδοξα καθώς λίγους μήνες μετά, ο πατέρας μου έπρεπε να πάει φαντάρος. Η μητέρα μου που ήταν γύρω στα 23 τότε, πήγε στην οικογένειά του (στους γονείς του), να τους ενημερώσει για την εγκυμοσύνη και από όσο ξέρω δεν την καλοδέχτηκαν. Ο δε παππούς μου, ο πατέρας της, δεν ήθελε καν να ακούσει περί εγκυμοσύνης και της είπε ρητά ”στο χωριό δεν έρχεσαι με το εξώγαμο, κόψε το λαιμό σου”. Η μητέρα μου ζούσε στην Αθήνα εκείνη την περίοδο , στο σπίτι της παντρεμένης αδερφής της, ενώ η καταγωγή μας είναι από την Μακεδονία όπου και έμεναν οι γονείς της. Μην έχοντας άλλη επιλογή, επισκέφτηκε έναν γυναικολόγο ώστε να της κάνει την επέμβαση της έκτρωσης. Ο γιατρός όμως, βλέποντας ότι ήταν ήδη 4-5 μηνών περίπου, της είπε ότι είναι έτσι και αλλιώς πολύ επικίνδυνο να κάνει κάτι τέτοιο και έτσι την παρότρυνε να με δώσει προς υιοθεσία. Γνώριζε ένα ζευγάρι ο ίδιος που ήθελαν να υιοθετήσουν παιδάκι και τους έφερε σε επαφή. Δεν γνωρίζω τι ειπώθηκε και πως έκλεισε η συμφωνία, ωστόσο για τους επόμενους μήνες μέχρι να γεννηθώ, η μητέρα μου έμεινε στο ίδιο σπίτι με το ζευγάρι αυτό, ώστε να την πηγαίνουν στους γιατρούς και να μεριμνήσουν γενικά για οτιδήποτε χρειαστεί μέχρι την γέννα. Η διαδικασία όλη πέρασε ως φυσική γέννα της μάνας μου της θετής, καθώς στήθηκε ολόκληρο σκηνικό με μαξιλάρια και φαρδιά ρούχα, μα τώρα που το σκέφτομαι…κανείς δεν αναρωτήθηκε πως μία γυναίκα στα 50 της γέννησε παιδί φυσιολογικά;;; Είμαι σίγουρη ότι κάποιοι από τους συγγενείς το είχαν καταλάβει, ωστόσο δεν είπε κανείς τίποτε! Και κάπως έτσι ξεκίνησε το δράμα μου! Η γυναίκα που με υιοθέτησε ήταν ψυχασθενής, με διπολική διαταραχή, διαγνωσμένη και νοσηλευμένη στο παρελθόν σε ψυχιατρική κλινική. Δεν έπαιρνε φαρμακευτική αγωγή όμως πια. Μία γυναίκα σκληρή, χωρίς συναίσθημα, που δεν με κράτησε ποτέ αγκαλιά και δεν μου είπε ποτέ ”σ ‘αγαπώ”. Δεν μου έπαιρνε δώρα, ποτέ, ούτε καν μία σοκολάτα, λέγοντάς μου ότι δεν έχει λεφτά. Μου έδινε απλά το μπουκάλι με το γάλα (έχω μνήμη τέτοια) και έφευγε από το δωμάτιο. Όταν όμως βρισκόμασταν με κόσμο, ήταν η πιο προστατευτική και υποστηρικτική μαμά, δάκρυζε όταν μιλούσε για μένα στους άλλους. Ο πατέρας μου από την άλλη ήταν τόσο καλός μέχρι βλακείας. Ένας καλοκάγαθος άνθρωπος, με πολύ μεγάλη καρδιά και ανοχή, που όμως ήταν ξεκάθαρα παθητικός και αδύναμος. Με την μητέρα μου (την θετή), δεν γέλασα, δεν έπαιξα, δεν ένιωσα ασφάλεια και προστασία ποτέ! Ήταν πάντα η πρώτη που θα με κατηγορούσε όταν μάλωνα ή θύμωνα ή έπεφτα και χτυπούσα, σαν παιδί και εγώ. Η κακοποιητική της συμπεριφορά περιείχε: ατελείωτο ξύλο (με τα χέρια, με σκουπόξυλα, με βέργες από την μανταρινιά της αυλής μας) κτλ. Βρισιές απίστευτες, οι χειρότερες και πιο απεχθείς για οποιονδήποτε άνθρωπο, πόσο μάλλον για ένα παιδί. Όταν έλειπε ο πατέρας μου στη δουλειά, εκείνη έμπηγε τα νύχια της μέσα στο κρέας μου με λύσσα, με δάγκωνε, με άφηνε νηστική και με κλείδωνε για ώρες έξω από το δωμάτιο της (κοιμόμουν στο δωμάτιο των γονιών μου μέχρι το γυμνάσιο), για να με συνετίσει. Τις περισσότερες φορές δε, έμενε και ο πατέρας μου μαζί μου κλαίγοντας στην κουζίνα για την κατάσταση, χωρίς όμως να κάνει κάτι για αυτό! Ντρεπόμουν να πάω στο σχολείο και έκρυβα τα σημάδια μου. Κανείς δεν είχε παρατηρήσει όμως το παραμικρό. Κάποια φορά θυμάμαι μου είχε ανοίξει και το κεφάλι και έτρεχε πολύ αίμα καθώς με είχε χτυπήσει με την ζώνη του πατέρα μου (με την αγκράφα). Μετά προσπαθούσε να το μαζέψει ρίχνοντας μου την ευθύνη που την θύμωσα. Πολλές φορές έφαγα ξύλο γιατί τα παιδιά στο δημοτικό που πήγαινα, της έλεγαν ψέματα ότι κάτι τους έκανα και μετά ερχόντουσαν στην αυλή μας, να ακούσουν που θα με δέρνει. Αυτό συνέβαινε συχνά γιατί είχα εκμυστηρευτεί σε κάποιους συμμαθητές μου στο σχολείο ότι με δέρνει και τα παιδιά οντάς σκληρά, το έβλεπαν παιχνίδι. Θυμάμαι κάποια στιγμή της είπα ότι ”σαν το διάολο είσαι”, αυτό ήταν ένα ξέσπασμα μου μετά από την τελευταία φορά που με χτύπησε με τα χέρια! Την έπιασα από το λαιμό θυμάμαι και της είπα ”αν με ξαναχτυπήσεις, θα σε πνίξω”! Ήταν εξαιρετική ηθοποιός όμως, ο τρόπος που συμπεριφερόταν εκτός σπιτιού δεν μπορούσε να προδώσει το τι περνούσα εγώ όταν έκλεινε η πόρτα. Μάλιστα ήταν πολύ υποστηρικτική στα ανίψια της και τους έδινε και χαρτζιλίκι πολλές φορές. Εξαγόραζε με αυτόν τον τρόπο την συμπάθεια τους. Σε όλα αυτά μοναδική παρηγοριά και αγάπη έπαιρνα από την θεία μου, την αδερφή της, που καταλάβαινε τι συμβαίνει και μου έλεγε ”υπομονή παιδί μου, θα μεγαλώσεις και θα φύγεις από δω μέσα”, δεν ήταν λύση φυσικά αλλά επιτέλους κάποιος με πίστευε για όσα περνούσα! Παρακαλούσα μέσα μου γενικά να έχουμε καλεσμένους στο σπίτι γιατί τότε έβαζε την μάσκα και γινόταν άλλος άνθρωπος. Αυτό όμως δεν γινόταν συχνά γιατί είχαμε κρατήσει αποστάσεις από τον κοινωνικό περίγυρο για ευνόητους λόγους (αποκάλυψης είτε της κακοποίησης είτε της υιοθεσίας). Κάπως έτσι μπήκα στην εφηβεία, εκεί η κακοποίηση ήταν ως επί το πλείστον λεκτική, οι βρισιές, οι κατάρες και η συνεχής υποτιμητική συμπεριφορά είχαν στόχο. Άρχισε να μου λέει ”γ@μ@ το μ@@νί που σε πέταγε”, ”διάολε που βρέθηκες στο δρόμο μου”, ”ελάτε να μαζέψετε το τρελό κόσμε” και άλλα τέτοια όμορφα. Περιττό να πω ότι από μικρή καταλάβαινα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με την διαφορά ηλικίας που είχα με τους γονείς μου και όλοι όσοι γνώριζα στο σχολείο, ή εκτός, που δεν με ήξεραν, την περνούσαν για γιαγιά μου! Υποσυνείδητα λοιπόν ήξερα την αλήθεια, ότι είμαι υιοθετημένη, αλλά δεν τολμούσα να ρωτήσω. Δεν θα ξεχάσω μια εικόνα που έχω σε πολύ μικρή ηλικία, όταν είχαμε δει κάποια ταινία στην τηλεόραση, με θέμα την υιοθεσία, που της είπα τότε, ”εγώ αν δεν κάνω παιδί, θα υιοθετήσω”, χωρίς να έχω ιδέα τι σημαίνει…ίσως ενδόμυχα την προκαλούσα να το παραδεχτεί αλλά φυσικά δεν υπήρχε τέτοια περίπτωση. Η εφηβεία μου είχε πολλά νοσοκομεία, (αν και είχαν ξεκινήσει από πολύ πιο πριν…εκεί γύρω τα 8-9 μου χρόνια) καθώς μπαινόβγαιναν και οι δύο μου γονείς συχνά λόγω μακροχρόνιων προβλημάτων υγείας. Έμενα λοιπόν στο σπίτι μου υπό την επίβλεψη της θείας και του θείου (αδελφού της μητέρας μου), για εβδομάδες, ίσως και μήνες, ωστόσο και ο θείος μου ήταν ιδιότροπος και πολύ ελεγκτικός με αποτέλεσμα να φοβάμαι να μιλήσω ή να ζητήσω το οτιδήποτε. Για το γυμνάσιο και λύκειο, οι γονείς μου (οι θετοί φυσικά), με έγραψαν σε ιδιωτικό σχολείο, ήταν η περίοδος που τα δημόσια έκαναν συνεχώς καταλήψεις και ”δε θα μάθαινα τίποτα” όπως έλεγε. Εγώ ήξερα βέβαια ότι ήθελε απλώς να με έχει μαντρωμένη, να λείπω περισσότερες ώρες από το σπίτι και να δείξει και στο σόι ότι ξοδεύει λεφτά για μένα. Χαρακτηριστικά να σας πω ότι όταν διάβαζα, ερχόταν κρυφά με το άσπρο φουντωτό μαλλί της όρθιο και τα γαλανά, σχεδόν διάφανα μάτια της γουρλωμένα να με τσεκάρει, να με βρίσει και να φύγει! (ο διάολος που λέγαμε). Ξέχασα να αναφέρω ότι εννοείται ότι έπρεπε να παρακαλέσω για να πάρω ρούχα ή παπούτσια. Μόνο όταν είχαμε να πάμε σε γιορτές στα σόγια, ψωνίζαμε για το φαίνεσθαι! Εκεί στην εφηβεία, η οργή της στράφηκε και προς τους λιγοστούς φίλους μου. Να πω εδώ ότι φίλους έκανα πρώτη φορά όταν πήγα διακοπές σε μια επαρχιακή πόλη κοντά στην Αθήνα , γύρω στα 16 μου και φυσικά τους έβλεπα μόνο τα καλοκαίρια και το Πάσχα, καθώς πηγαίναμε στο ίδιο μέρος για 6 χρόνια. Άρχισε να τους βρίζει, να τους διώχνει, να τους λέει να μην ξανάρθετε κτλ. Και φυσικά έβγαινα στις 6 το απόγευμα και έπρεπε να είμαι πίσω στις 9 το βράδυ. Επίσης περνούσε συχνά μπροστά από την καφετέρια που καθόμουν και έλεγχε, που είμαι, τι κάνω, με ποιον είμαι κτλ. Μια μέρα καθυστέρησα να γυρίσω σπίτι και ήρθε να με βρει, με βρήκε στο δρόμο με χαστούκισε μπροστά στον κόσμο, με έβρισε και μου είπε ”αύριο θα σε πάω στο γιατρό να δω τι έχεις κάνει ξεκ@λι@ρα”! Φυσικά και το έμαθε όλο το χωριό. Φυσικά και μας είδαν άνθρωποι εκείνη την ώρα…δεν μίλησε κανείς! Πέρασα πολλά βράδια κλαίγοντας στην εφηβεία μου, μέρες ουρλιάζοντας ”ΑΦΟΥ ΔΕΝ ΜΕ ΘΕΣ, ΑΦΟΥ ΔΕΝ Μ’ΑΓΑΠΑΣ, ΓΙΑΤΙ ΜΕ ΕΚΑΝΕΣ;;; Χτυπιόμουν σαν χταπόδι κάτω για την τύχη μου, κόβοντας τις φλέβες μου με ξυράφι, ευτυχώς όχι τόσο όσο να χρειαστούν ράμματα! Εκείνη την περίοδο θυμάμαι, ήταν ο πατέρας μου στο νοσοκομείο, χειμώνας του 92 ίσως, έπεσα και θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης (ευτυχώς μόνο παρενόχλησης) από θείο και ξάδελφο. Ήμουν ωστόσο συνειδητοποιημένο παιδί και κατάλαβα γρήγορα τις προθέσεις τους οπότε και έφυγα τρέχοντας. Θυμάμαι ότι το είχα πει στον πατέρα μου όταν πια βγήκε από το νοσοκομείο, και μου είπε ”σε πείραξε παιδί μου; έγινε κάτι;” του είπα ”όχι μπαμπά, έτρεξα” και η απάντησή του ”μείνε μακριά του παιδί μου, δεν θέλω να τσακωθώ γιατί είναι άντρας της αδερφής μου αλλά αν σε ξαναπειράξει, να μου το πεις”. Η ζωή μου ήταν ανούσια, για την μάνα μου ήμουν “ΆΧΡΗΣΤΗ, ΤΌΦΑΛΟΣ, Π@ΥΤ@ΝΑ ΚΑΙ ΑΧΑΡΙΣΤΗ”. Φίλους δεν είχα, καθώς τους έβλεπα μόνο καλοκαίρια και Πάσχα όπως ανέφερα και νωρίτερα. Πολλά Χριστούγεννα κλεισμένη σπίτι, χωρίς τηλεόραση (γιατί μας είχε χαλάσει) με τους γονείς μου ξαπλωμένους στο κρεβάτι και εγώ να κοιτάω έξω από το παράθυρο το βουνό! Θλίψη, πόνος απαξίωση! Στο σχολείο ήμουν μαθήτρια του 16-17 αλλά δεν είχε ποτέ σημασία! Μόνο όταν είχα κακούς βαθμούς γινόταν αναφορά σε αυτό και φυσικά με βρισιές και υποτιμητικά σχόλια από τη μάνα μου. Όταν έγραφα καλά ή έπαιρνα 20άρια, έλεγε πάντα ”ε και τι έγινε τυχαίο θα ήταν”. Φυσικά δεν είχε καμία πρόθεση να με στηρίξει ή να με προωθήσει, ούτε να με σπουδάσει, καθώς προοριζόμουν να τους γηροκομήσω. Έτρωγα μπούλινγκ για την εμφάνισή μου στο σχολείο, για το ότι δεν έμενα σε πλούσιο προάστιο της Αθήνας, με έφτυναν, μου έβαζαν φωτιά στο μπουφάν, στα μαλλιά, μου έκρυβαν την τσάντα και άλλα υπέροχα πράγματα. Όταν το έλεγα στους δικούς μου, δεν είχα καμία υποστήριξη η προστασία. Έλεγα ότι ήθελα να φύγω από αυτό το σχολείο και μου απαντούσε η μάνα μου “θες να φύγεις για να αλωνίζεις και να γίνεις π@υτ@να”! Τελειώνοντας το σχολείο, έδωσα πανελλήνιες και πέρασα σε μία σχολή τουριστικών επαγγελμάτων στην Ρόδο. Ούτε λόγος να πάω, ”θα έρθουμε και εμείς” έλεγε. Κάπως έτσι, ούσα βαθιά τραυματισμένη, αδύναμη και ανασφαλής, δεν συνέχισα τις σπουδές μου. Παρόλο που είχα ένα πολύ καλό απολυτήριο (18), δεν υπήρχε διάθεση για κάτι παραπάνω. Στα 19 μου χρόνια έκανα την πρώτη μου σχέση, ευκαιρία να παντρευτώ σύμφωνα με την μάνα μου. Ήταν ένα πολύ καλό παιδί αλλά παιδί, όπως και εγώ άλλωστε. Η σχέση κράτησε 5,5 χρόνια. Και τι δεν είδε ο κακομοίρης να διαδραματίζεται στο σπίτι μου…τις βρισιές της, το ότι με κλείδωνε έξω από το σπίτι επειδή αργούσα να γυρίσω, την αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά της. Ήταν ο πρώτος ”ξένος” μάρτυρας της διπροσωπίας της και του είχε κάνει τρομερή εντύπωση θυμάμαι. Λίγο πριν χωρίσω με τον άνθρωπο αυτό, πέθανε ο πατέρας μου, το μόνο καλό (έστω και παθητικά καλό) πρόσωπο στη ζωή μου. Το πήρα πολύ βαριά, ήθελα να πεθάνω! Είχε χρόνια προβλήματα υγείας και κάποια στιγμή η καρδιά του δεν άντεξε. Εκείνη (η μάνα μου), επίσης συντετριμμένη, παραιτήθηκε από την ζωή, σταμάτησε να μαγειρεύει, να τρώει, να τρώμε γενικά. Τότε χώρισα κιόλας. Δεν τα άντεχα όλα αυτά, ήθελα να φύγω από το σπίτι, την χώρα, τον πλανήτη γενικά. Μετά το χωρισμό όμως και όταν συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να ”χωρίσω από την μάνα μου” και όχι από το αγόρι αυτό, άλλαξα γνώμη αλλά ήταν πλέον αργά. Εκείνος δεν με ήθελε πια. Είχε πιεστεί και από τους γονείς του ότι δεν ”είμαστε καλή οικογένεια και ότι θα γίνω σαν την μάνα μου όταν μεγαλώσω”. Εκεί ήρθε και η απόλυτη μαυρίλα. Στον πόνο μου αυτό βέβαια η αντίδραση της ήταν ”αφού είσαι άχρηστη, ούτε έναν άντρα δεν μπορείς να κρατήσεις”. Τότε ήταν και η πρώτη φορά που πήγα σε ψυχολόγο. Πήγα για λίγο καιρό γιατί δεν μπορούσε να πληρώνει τα ψυχολογικά μου! Ο καιρός πέρασε σιγά και βασανιστικά και άρχισα να εργάζομαι, να έχω δικά μου λεφτά και να μπορώ επιτέλους να νιώθω μερικώς ανεξάρτητη. Η μάνα μου πότε δεν μου έδινε χαρτζιλίκι. Έπρεπε να παρακαλέσω, να πω ότι ντρέπομαι να βγαίνω έξω και να μην έχω φράγκο! Βέβαια καλό μου έκανε τελικά να δουλεύω αλλά με υψηλό τίμημα. Στα 27 μου χρόνια και ενώ νοσηλευόταν στο νοσοκομείο, μου ζήτησε να πάω σε μία κρυψώνα στο υπόγειο να πάρω κάτι λεφτά που είχε για να πληρώσουμε το νοσοκομείο. Στη ιστορία αυτή να τονίσω ότι ήταν δική μου πρωτοβουλία να την πάω σε ιδιωτική κλινική γιατί αρχικά πήγαμε σε δημόσιο και την είχαν παραπεταμένη και δεν της έδιναν σημασία ενώ το πρόβλημά της ήταν σοβαρό και απειλητικό για την ζωή της. Θυμάμαι με ρωτούσαν οι γιατροί ”γιαγιά σας είναι;” και έλεγα ”όχι, μάνα μου” και απορούσαν. Αφού πήγα λοιπόν στην κρυψώνα, βρήκα ένα χαρτί, μία απόδειξη από το μαιευτήριο που γεννήθηκα που όμως είχε άλλο όνομα μητέρας. Μαζί με αυτό ήταν και ένα βραχιολάκι, αυτό που βάζουν στα μωρά με το όνομα, όταν γεννιούνται. Είδα το όνομα και ξαφνικά συνειδητοποίησα αυτό που πάντα υποψιαζόμουν. Όταν πια βγήκε από το νοσοκομείο, την ρώτησα διακριτικά αν ξέρει κάτι για αυτό. Είπε ότι δεν ξέρει τίποτα. Μετά από μέρες επιμονής μου, μου είπε την αλήθεια, και εκεί έχασα για ακόμα μια φορά τη γη κάτω από τα πόδια μου. Μου έδωσε κάποια στοιχεία για την μητέρα μου, την ψάξαμε και την βρήκα. Μίλησα πρώτα με την θεία μου (αδερφή της βιολογικής μου μητέρας) και μετά με την ξαδέρφη μου (κόρη της θείας μου, επίσης εγκαταλειμμένη από πατέρα, ωστόσο η δική της μάνα την κράτησε). Η θεία μου έκλαιγε, μου έλεγε ”εγώ δεν ήθελα να σε δώσουμε, είπα στη μάνα σου να σε κρατήσουμε, να σε μεγαλώσουμε μαζί, να σε πάρω εγώ, αλλά ήταν ανένδοτη”. Πάλι απόρριψη. Μετά γνώρισα την μητέρα μου με την οποία έχω σχέσεις σήμερα, αλλά πως να καλυφθούν τα κενά; πως να γιάνουν οι πληγές; Η αντίδρασή της όταν με είδε: κλαμένη αλλά ψύχραιμη, μου είπε ”καλησπέρα” και μου έδωσε το χέρι της για χειραψία! Πιο θερμή υποδοχή είχα από τον άντρα της (τον οποίο γνώρισε μετά τον βιολογικό μου πατέρα και παντρεύτηκε) και την κόρη του. Να σημειώσω εδώ ότι η μάνα μου δεν έχει κάνει άλλα δικά της παιδιά. Είχε μείνει κάποια στιγμή έγκυος μέσα στο γάμο της με δίδυμα αλλά τα έχασε. Αντιθέτως, μεγάλωσε την κόρη του άντρα της, η οποία είχε εγκαταλειφθεί στα 4 της χρόνια από την δική της μάνα. Ελπίζω να μην σας μπέρδεψα! Την ρώτησα την βιολογική μου μητέρα ”πως, γιατί; Δεν είδες περί τίνος πρόκειται; Δεν κατάλαβες ότι είναι τρελή;” και απάντησε ”όχι, ήμουν κλεισμένη στο δωμάτιο του σπιτιού και περίμενα να γεννήσω, ο πατέρας σου ήταν πολύ καλός άνθρωπος”. Πάλι δεν πήρα ικανοποιητικές απαντήσεις. Η γνωριμία μου με τους ανθρώπους αυτούς, μου γέννησε την ελπίδα ότι επιτέλους θα νιώσω λίγη αγάπη! Στο σπίτι μου όμως ξέσπασε ένας νέος ψυχολογικός πόλεμος, η θετή μου μητέρα με βρισιές και υποτιμητικά σχόλια έλεγε ότι ”είμαι αχάριστη” και ότι ”αν δεν με υιοθετούσαν οι θετοί μου γονείς, θα είχα ψοφήσει”. Με παρακινούσε να φύγω να πάω να μείνω μαζί τους (με την βιολογική μου μητέρα και τον άντρα της) και φώναζε ότι δεν την νοιάζει πλέον. Άρχισε σιγά σιγά να μου φέρνει και γαμπρούς στο σπίτι, ότι τάχα γνώρισε τον κύριο Μήτσο ή τον κύριο Γιώργο και θα έρθουν να μείνουν μαζί μας, οπότε να βρω σπίτι να φύγω. Μου έφερε έναν τέτοιο στο σπίτι μια μέρα. Τι έχω ζήσει Χριστέ μου! Η όλη ιστορία αυτή ξεκίνησε από δική μου παρότρυνση, από την εποχή που πέθανε ο πατέρας μου και της έλεγα να πηγαίνει κάποιες εκδρομές με το τοπικό τουριστικό γραφείο, να γνωρίσει ανθρώπους , να κάνει φίλους, καθώς δεν είχε ποτέ. Για κάποιο λόγο το έκανε τότε και τώρα να τα αποτελέσματα! Δεν ήμουν αντίθετη στο να γνωρίσει ένα σύντροφο αλλά ακόμα και αυτό μου το γύρισε μπούμεραγκ. Ξεκινώντας λοιπόν τις επαφές μου με τη βιολογική μου μητέρα, έμαθα και για τον πατέρα μου, ο οποίος ήταν ένας σαλταπίδας, μπλεγμένος με πολλά και διάφορα παράνομα. Έμαθα επίσης στη συνέχεια ότι έχω άλλα 3 αδέρφια από τον ίδιο πατέρα αλλά από διαφορετικές γυναίκες, βίος και πολιτεία όπως καταλαβαίνετε. Τον γνώρισα και αυτόν, η πρώτη του ερώτηση ήταν ”εσύ τώρα, ποιο παιδί είσαι από όλα;” Επίσης σχολίασε το ότι στην οικογένειά του δεν έχουν ”παχουλούς” και ότι πρέπει να έχω πάρει από της μάνα μου το σόι. Πόσες απορρίψεις, έχετε μετρήσει; Το 2007 πεθαίνει η μητέρα μου η θετή. Πόνεσα αν και δεν το περίμενα. Μου αφήνει φυσικά μία ”κάποια περιουσία”, μην φανταστείτε τίποτα φοβερό, ωστόσο δεν είχαν κάνει ποτέ διαθήκη, ούτε μου είχαν γράψει κάτι στο όνομά μου. Οπότε βρέθηκα με χρέη, ακόμη και κάποια που δεν ήξερα ότι είχε. Ωστόσο δεν μου άφησε μετρητά, δανείστηκα τότε για να κάνω την κηδεία της. Όλα αυτά που είχα περάσει, με οδήγησαν σε λάθος επιλογές συντρόφων, έκανα μεγάλες σχέσεις και ανεχόμουν τα πάντα σχεδόν εκτός από την λεκτική και σωματική κακοποίηση, εκεί σήκωνα ανάστημα, απαγόρευα ακόμα και το ”ρε” στους συντρόφους μου. Ωστόσο ήμουν ήδη υποχείριο της ναρκισσιστικής τους προσωπικότητας και της χειριστικότητάς τους, ήμουν και είμαι people pleaser και όλα τα συναφή. Είχα διάφορα προβλήματα υγείας, όχι σοβαρά αλλά εν δυνάμει σοβαρά. Αποφάσισα για μία ακόμα φορά να κάνω ψυχοθεραπεία και εκεί ήρθε ακόμα μία ανατροπή. Διαγνώσθηκα με καρκίνο οισοφάγου! Είχα μία σχέση τότε, που όμως ήταν σε φθίνουσα πορεία, οπότε η μόνη προσφορά του ήταν να με πηγαίνει να κάνω τις θεραπείες μου στο νοσοκομείο. Ταλαιπωρήθηκα αρκετά και για 8 μήνες δεν μπορούσα να φάω, ούτε να καταπιώ το σάλιο μου από τους πόνους, καθώς όλη η περιοχή είχε καεί από τις ακτινοβολίες και υπέφερα! Ξαπλωμένη στο κρεβάτι, μόνη και χωρίς δυνάμεις, ένιωθα ένα απέραντο κενό! Μία γνωστή μου, μου είπε τότε ”ο καρκίνος που έχεις σε αυτό το σημείο, είναι όλα αυτά που προσπαθούσες να καταπιείς όλα σου τα χρόνια αλλά δεν κατέβηκαν ποτέ”! Πόσο αλήθεια ε; Φυσικά χώρισα πάλι γιατί ποιος θέλει να τον λυπούνται, χωρίς να νοιάζονται ουσιαστικά. Η συνέχεια και το σήμερα έχει ως εξής: είμαι 47 ετών, μόνη εδώ και 8 χρόνια και αφημένη, ναι αφημένη. Πολυτραυματισμένη, με μόνη συντροφιά το αγαπημένο μου παιδί, την τρίποδη ταλαιπωρημένη σκυλίτσα μου, την μόνη μου παρηγοριά. Βλέπετε η θεραπεία του καρκίνου με άφησε στείρα και με πρόωρη κλιμακτήριο από τα 38 μου! Δεν μεμψιμοιρώ όμως, το παλεύω ακόμα, αν και άνεργη αυτή τη στιγμή, θα ξαναβρώ δουλειά και θα πατήσω στα πόδια μου ξανά. Όσες φορές έπεσα, τόσες ξανασηκώθηκα. Μόνο τα γόνατά μου, κάθε φορά που έπεφτα πληγωνόμουν και τώρα…δεν με βαστάνε πια…

 

Η ομάδα του Γίνε Άνθρωπος απαντάει:

Αγαπητή φίλη,

Ευχαριστούμε που βρήκες τη δύναμη να μοιραστείς την ιστορία σου μαζί μας! Είναι πραγματικά σοκαριστικό πως η νοοτροπία μιας ολόκληρης γενιάς, με αφορμή τη φράση του παππού σου στη μητέρα σου όταν έμαθε για την εγκυμοσύνη, οδηγούσε σε τέτοια εγκλήματα και υιοθεσίες παιδιών που έπεφταν σε λάθος χέρια προκειμένου να μην αμαυρωθεί το όνομα της οικογένειας. Σαφώς την εποχή εκείνη δε θα υπήρξε κανένας έλεγχος για τις συνθήκες που θα μεγάλωνες και η μητέρα σου πέρασε όλη την εγκυμοσύνη κλεισμένη στο δωμάτιο ώστε να μην καταλάβει τη διαταραχή της θετής σου μητέρας και που μπορούσε να οδηγήσει. Γιατί να μπεις στη διαδικασία να προσέχεις και να φροντίζεις μια ξένη ουσιαστικά κοπέλα αν δε σε ενδιαφέρει το παιδί που θα γεννηθεί; Μια γυναίκα με σοβαρή ψυχική διαταραχή που δε λάμβανε την αγωγή που ήταν απαραίτητη και εξαπάτησε ολόκληρη την οικογένεια της υποκρινόμενη μια εγκυμοσύνη στα 50 της χρόνια…Ενώ όλοι είχαν υποψιαστεί, κανείς δεν μπήκε στη διαδικασία να το ψάξει και ποιο το αποτέλεσμα; Κακοποίησε με το χειρότερο τρόπο την αθώα σου παιδική ψυχούλα και το σώμα σου, σε κακομεταχειρίστηκε και σε παραμέλησε παριστάνοντας μπροστά σε γνωστούς και φίλους την ευτυχισμένη μητέρα που ενδιαφέρεται για το παιδί της. Κανείς δεν αναρωτήθηκε, δεν κίνησε υποψίες…Κι εσύ υπέφερες πίσω από κλειστές πόρτες με μόνο σύμμαχο, παθητικά έστω, τον πατέρα σου που έβλεπε ανήμπορος όσα διαδραματίζονταν στο σπίτι σας. Ούτε το σχολείο μπόρεσε να γίνει το καταφύγιο σου, τα παιδιά είναι σκληρά και δεν κατάφερες  να βρεις όσους φίλους ήθελες. Η μόνη ελπίδα ήταν το πανεπιστήμιο στο οποίο η μητέρα σου, αν μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε έτσι, δε σε άφησε να πας για να μη χάσει τον έλεγχο της πάνω σου. Η μόνη σου αχτίδα παρηγοριάς υπήρξε η γνωριμία σου με τη βιολογική σου μητέρα που επισκιάστηκε από το θάνατο της θετής σου μητέρας και τα χρέη που σου άφησε. Δε σταμάτησες να αγωνίζεσαι, βρήκες δουλειά, έβγαλες τα δικά σου χρήματα και έκανες ψυχοθεράπεια. Όσα πέρασες εκδηλωθηκαν στην υγεία σου αλλα κατάφερες να ξεπεράσεις και τον καρκίνο και να στέκεσαι στα πόδια σου. Όσα σου αξίζουν, θα έρθουν μην το βάζεις κάτω! Θα βρεις μια δουλειά, θα γίνεις και παλι ανεξάρτητη και θα βρεθεί ένας άνθρωπος που θα γιατρέψει τον πόνο που έχεις βιώσει και θα σε αγαπήσει όπως σου αξίζει. Έχεις κάνει την αρχή εδώ και χρόνια με την ψυχοθεραπεία, μην το αφήσεις! Μόλις νιώσεις και πάλι δυνατή συνέχισε και θα δεις ότι θα νιώσεις την ασφάλεια που στερήθηκες σαν παιδί κι όλα θα γίνουν πιο όμορφα. Η ιστορία σου θα ευαισθητοποιήσει πολύ κόσμο για το τι μπορεί να προκαλέσει η ψυχική ασθένεια και η παιδική κακοποίηση και ελπίζουμε να οδηγήσει και σε ακόμα πιο προσεκτικούς ελέγχους στο πλαίσιο της υιοθεσίας! Έχεις ακόμα την ευκαιρία να κάνεις όσα ονειρεύτηκες, σπούδασε, γνώρισε ανθρώπους, αγάπα με όλη σου την ψυχή! Όσες δυσκολίες πέρασες ανήκουν στο παρελθόν, είσαι πολύ δυνατή γυναίκα και μπορείς να καταφέρεις τα πάντα. Πιστεύουμε σε σένα και είμαστε εδώ για σένα για ό,τι χρειαστείς!